Το 1385, ενθρονίζεται ως νέος Βασιλιάς της Πορτογαλίας, ο Ιωάννης ο Πρώτος μετά από την διετή κρίση διαδοχής της χώρας που προκάλεσε ο θάνατος του Βασιλιά Φερδινάνδου του Πρώτου το 1383. Ο Ιωάννης, ως ηγέτης του Οίκου του Ιπποτικού Τάγματος του Αβίζ, απέτρεψε την διαδοχή του θρόνου από τον σύζυγο της μοναχοκόρης του Φερδινάνδου Βεατρίκης και Βασιλιά της Καστίλης, Ιωάννη, κάτι που θα σήμαινε την παραχώρηση της Πορτογαλίας στον Καστιλιάνο Βασιλιά. Ο Ιωάννης της Πορτογαλίας, αποκρούοντας και την εισβολή των Καστιλιάνικων δυνάμεων στην Μάχη της Αλζουμπαρότα στην περιοχή της Λεϊρια, παρέμεινε ο αδιαμφισβήτητος Βασιλιάς της χώρας, ανοίγοντας ταυτόχρονα το Ιστορικό κεφάλαιο της Δυναστείας των Αβίζ που θα κλείσει το 1580 με την επόμενη κρίση διαδοχής που θα γνωρίζει η Πορτογαλία. Υπό την Βασιλεία του Ιωάννη του Πρώτου, οι Πορτογάλοι αρχίζουν τις συστηματικές εξερευνήσεις του άγνωστου τότε Ατλαντικού Ωκεανού, με πρωτοστάτη τον τρίτο του γιο, τον Ερρίκο τον Θαλασσοπόρο. Ο Ερρίκος, αποφασίζει το 1450 να αποικηθεί και το τρίτο νησί των Αζορών που είχε προσφάτως ανακαλυφθεί. Ανάμεσα στους πρώτους αποίκους, ήταν και ο Ζοάο Βαζ Κόρτε Ρεάλ.
Ο Ζοάο Βαζ Κόρτε Ρεάλ, ήταν γιος του Ιππότη του Τάγματος του Αβίζ, Βάσκο Ανές ντα Κόστα. Ο Ντα Κόστα, για την προσφορά του στον Οίκο του Αβίζ, τιμήθηκε από τον Βασιλιά Ιωάννη με την προσωνυμία Κόρτε Ρεάλ που στα πορτογαλικά σημαίνει Βασιλική Αυλή (δηλαδή, Βάσκο Ανέζ ντα Κόστα της Βασιλικής Αυλής). Ο Ζοάο Βαζ, έχει μείνει στην Ιστορία για μια πιθανή ανακάλυψη των αμερικανικών ακτών, δεκαεννιά χρόνια πριν το πρώτο ταξίδι του Κολόμβου. Το 1473, ο Δανός Βασιλιάς Χριστιανός ο Πρώτος σε συνεργασία με τον Πορτογάλο Βασιλιά Αφόνσο τον Πρώτο, έστειλε μια εξερευνητική αποστολή προς τον Βόρειο Ατλαντικό Ωκεανό. Ο Ζοάο Βαζ με τον ομοεθνή του Άλβαρο Μάρτινς και τους Γερμανούς πειρατές Ντίντρικ Πίνινγκ και Χανς Πόρθοστ οι οποίοι τότε βρίσκονταν στην υπηρεσία του Δανού Βασιλιά, απέπλευσαν από το λιμάνι του Μπέργκεν, καθώς η Νορβηγία τότε ήταν ενωμένη με την Δανία. Η αποστολή, αφού έπλευσε προς την Ισλανδία και την Γροιλανδία, έπειτα ανακάλυψε δυτικότερα μία γη η οποία έμεινε γνωστή ως Γη του Μπακαλιάρου (Terra do Bacalhau). Οι Πορτογάλοι με τους Γερμανούς, είχαν φτάσει στις ακτές του Καναδά, πιθανότατα στο Λαμπραντόρ, ονομάζοντας έτσι την περιοχή, προφανώς από την πληθώρα του συγκεκριμένου είδους ψαριού που βρήκαν στην περιοχή, κάτι που επιβεβαιώνεται και από μελλοντικές εξερευνήσεις. Από εκείνο το ταξίδι, δεν έχουν διασωθεί ιστορικές αναφορές. Εκείνη την εποχή, καθώς οι Πορτογάλοι είχαν εστιάσει στη εξερεύνηση των Αφρικανικών ακτών, υπήρξαν και πρωτοβουλίες κάποιων θαλασσοπόρων από τις Αζόρες, ώστε με την άδεια του Πορτογαλικού Θρόνου, να εξερευνήσουν την θαλάσσια περιοχή δυτικότερα των νησιών. Τα ευρήματα όμως των εξερευνήσεων αυτών, για λόγους τακτικής, παρέμεναν κρυφά από τους Πορτογάλους. Ο διορισμός του Ζοάο Βαζ ως Κυβερνήτη στα νησιά Άνγκρα και Σάο Ζόρζε των Αζορών το 1474 και του Πίνινγκ ως Κυβερνήτη της Ισλανδίας το 1478, αποδίδονται ιστορικώς σαν πιθανές επιβραβεύσεις των δύο θαλασσοπόρων από τους Βασιλιάδες τους, για τις ανακαλύψεις τους.
Ο Ζοάο Βαζ, πιθανότατα να πραγματοποίησε και άλλες άγνωστες εξερευνήσεις προς τον Ατλαντικό Ωκεανό, μοιράζοντας τις εμπειρίες του με τους τρεις γιους του, από τους οποίους οι δύο θα ακολουθήσουν τα χνάρια του. To 1492, ο Κολόμβος ανακαλύπτει τα πρώτα νησιά της Αμερικής και δίνει άλλη διάσταση στην αναζήτηση του θαλάσσιου δρόμου προς τις Ινδίες, τον οποίο οι Πορτογάλοι αναζητούσαν μέσω της Αφρικής. Αν και το 1494 οι Πορτογάλοι με του Ισπανούς συμφώνησαν να μοιράσουν τις νέες γεωγραφικές ανακαλύψεις και την εμπορική τους εκμετάλλευση χωρίζοντας τον ανεξερεύνητο Κόσμο στα δύο συνυπογράφοντας την Συνθήκη της Τορδεσίγιας, η προσδοκία για το θαλάσσιο εμπόριο μεταξύ της Ευρώπης και της Ασίας, άρχισε να δημιουργείται και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Το 1497, ο Τζον Κάμποτ, για λογαριασμό των Άγγλων, φτάνει στις ακτές του Λαμπραντόρ πεπεισμένος πως είχε φτάσει στις ανατολικές ακτές της Ασίας. Το γεγονός αυτό, ώθησε τον Πορτογάλο Βασιλιά να στείλει εξερευνητικές αποστολές προς την περιοχή και να αξιώσει στο όνομα της Πορτογαλίας όσα εδάφη βρίσκονται προς το Πορτογαλικό ημισφαίριο. Το 1498, στέλνει έναν γαιοκτήμονα από το υπό την διακυβέρνηση των Κόρτε Ρεάλ νησί Τερσέιρα, να πλεύσει βορειοδυτικά του Ατλαντικού. Αυτός ήταν ο Ζοάο Φερνάντες ο οποίος ήταν γνωστός και με το προσωνύμιο Λαβραδόρ (Lavrador) που στην Πορτογαλική σημαίνει αγρότης. Ο Φερνάντες, αφού πέρασε από τις νότιες ακτές της Γροιλανδίας τις οποίες και χαρτογράφησε, έφτασε στις ακτές του Καναδά, που σήμερα φέρουν την ονομασία Λαμπραντόρ, από το ελαφρώς παραφθαρμένο προσωνύμιο του Φερνάντες.
To 1500, ο Πορτογάλος Βασιλιάς, δίνει την άδεια στον Γκασπάρ Κόρτε Ρεάλ, να εξερευνήσει και πάλι τις περιοχές που είχε εξερευνήσει ο Φερνάντες, ορίζοντας τον ως Κυβερνήτη στα νέα εδάφη που θα ανακαλύψει. Ο Γκασπάρ, έφτασε στο νότιο άκρο της Γροιλανδίας, ονομάζοντας το νοτιότερο ακρωτήριο της νήσου (το σημερινό Φάρουελ) ως Ακρωτήριο της Ασίας, πεπεισμένος πως οι ακτές εκείνες ήταν τμήμα της Ασιατικής ηπείρου. Συνέχισε εξερευνώντας τις δυτικές ακτές τις Γροιλανδίας μέχρι τον Πορθμό Ντέβις όπου οι πάγοι τον ανάγκασαν να σταματήσει εκεί την εξερεύνηση. Ένα χρόνο μετά, μαζί με τον αδελφό του Μιγκέλ και τρεις καραβέλες, έπλευσε και πάλι προς τις δυτικές ακτές της Γροιλανδίας. Οι πάγοι όμως τον εμπόδισαν και αυτή την φορά να πλεύσει βορειότερα. Αντί όμως να επιστρέψουν στην Πορτογαλία, έπλευσαν νοτιοδυτικα, προς τις ακτές του Λαμπραντόρ, τις οποίες εξερεύνησαν περιπλέοντας τες προς νότια κατεύθυνση φτάνοντας μέχρι την Νέα Γη. Εκεί, βρήκαν δασώδεις εκτάσεις από πεύκα με πολλά ποτάμια. Κατά την εξερεύνηση των ακτών, αιχμαλώτισαν και δεκάδες ιθαγενείς Ινουίτ. Συνεχίζοντας νοτιότερα, ο Γκασπάρ έδωσε εντολή στον Μιγκέλ, να επιστρέψει στην Λισσαβόνα με τα άλλα δύο πλοία, ενώ εκείνος θα επέστρεφε αργότερα αφού συνέχιζε την εξερεύνηση προς τις νοτιότερες ακτές. Ο Γκασπάρ όμως, δεν επέστρεψε ποτέ.
Το επόμενο έτος, ο Μιγκελ οργάνωσε μια νέα αποστολή για να βρει τον αδελφό του. Με την άδεια του Πορτογάλου Βασιλιά, απέπλευσε από την Λισσαβόνα τον Μάιο του 1502 με τρεις καραβέλες. Ακολούθησε την πορεία που είχε ακολουθήσει και ο αδελφός του, φτάνοντας μέχρι τις ακτές του λαμπραντόρ, στο σημείο που τον είχε δει τελευταία φορά. Από εκεί, τα τρία πλοία χωρίστηκαν για να αναζητήσουν το πλοίο του Γκασπάρ, έχοντας ορίσει να συναντηθούν και πάλι στο ίδιο σημείο, στις 20 Αυγούστου. Μετά από τις έρευνες, στο σημείο έφτασαν τα δύο από τα τρία πλοία. Εκείνο που έλειπε, ήταν το πλοίο του Μιγκέλ. Τα δύο πλοία, καθώς έβλεπαν πως το πλοίο του Μιγκέλ δεν εμφανιζόταν, επέστρεψαν στην Λισσαβόνα. Ο Μιγκέλ, κατά τραγική ειρωνεία της τύχης, εξαφανίστηκε κατά τον ίδιο τρόπο που εξαφανίστηκε και ο αδελφός του. Ο εναπομένων από τους τρεις αδελφούς Κόρτε Ρεάλ, ο Βάσκο Ανές, σχεδίαζε μια νέα αποστολή για το επόμενο έτος, προς αναζήτηση των αδελφών του. Ο Βασιλιάς Εμμανουήλ όμως, του απαγόρευσε το ταξίδι ανησυχώντας μήπως είχε και εκείνος την ίδια τύχη. Έστειλε όμως δύο πλοία για να αναζητήσουν τους αγνοούμενους Κόρτε Ρεάλ, χωρίς να υπάρξει κάποιο αποτέλεσμα. Μετά από τις εξερευνήσεις των Κόρτε Ρεάλ, ουσιαστικά αποσύρεται και το ενδιαφέρων των Πορτογάλων για τις ακτές του Καναδά, καθώς στην συνέχεια αποδεικνύεται πως οι περιοχές που εξερεύνησαν, βρίσκονται δυτικότερα του γεωγραφικού ορίου που κατοχύρωνε κάθε νέα ανακάλυψη στους Πορτογάλους σύμφωνα με την Συνθήκη της Τορδεσίγιας. Άλλωστε, οι Πορτογάλοι μόλις είχαν ανακαλύψει τον θαλάσσιο δρόμο προς την Ασία μέσω του Ακρωτηρίου της καλής Ελπίδας, εστιάζοντας πλέον στην καθιέρωση του και την ίδρυση νέων αποικιών στον Ινδικό Ωκεανό.